απλανής

απλανής
-ής, -ές
γεν. -ούς, αιτ. -ή, πληθ. ουδ. -ή, ακίνητος, σταθερός: Είχε βλέμμα απλανές· (αστρον.), «απλανείς αστέρες», αυτοί που κρατούν τη θέση τους σταθερή στον ουράνιο θόλο (σ' αντίθεση με τους πλανήτες που αλλάζουν θέση).

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • ἀπλανής — not wandering masc/fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • απλανής — ές (AM ἀπλανής) [πλανώμαι] 1. αυτός που δεν κινείται, σταθερός 2. αστρον. (για αστέρια) αυτός που διατηρεί σταθερή θέση μέσα στο στερέωμα μσν. εκείνος που δεν πέφτει σε πλάνη, ο αλάνθαστος …   Dictionary of Greek

  • ἀπλανῆ — ἀπλανής not wandering neut nom/voc/acc pl (attic epic doric) ἀπλανής not wandering masc/fem/neut nom/voc/acc dual (doric aeolic) ἀπλανής not wandering masc/fem acc sg (attic epic doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀπλανεστάτων — ἀπλανής not wandering fem gen superl pl ἀπλανής not wandering masc/neut gen superl pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀπλανεῖ — ἀπλανής not wandering masc/fem/neut nom/voc/acc dual (attic epic) ἀπλανής not wandering masc/fem/neut dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀπλανεῖς — ἀπλανής not wandering masc/fem acc pl ἀπλανής not wandering masc/fem nom/voc pl (attic epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀπλανέα — ἀπλανής not wandering neut nom/voc/acc pl (epic ionic) ἀπλανής not wandering masc/fem acc sg (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀπλανές — ἀπλανής not wandering masc/fem voc sg ἀπλανής not wandering neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀπλανέστατον — ἀπλανής not wandering masc acc superl sg ἀπλανής not wandering neut nom/voc/acc superl sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀπλανεστάτη — ἀπλανής not wandering fem nom/voc superl sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”